- νυμφαγωγός
- -ός,-όν A 3-1-0-0-0=4 Gn 21,22.32; 26,26; JgsA 14,20leading the bride; ὁ νυμφαγωγός trusted friend, best manCf. CAIRD 1969=1972 136-137; HARL 1986a, 191; HARLÉ; 1999, 209
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
νυμφαγωγός — νυμφαγωγός, όν (ΑΜ) αυτός που οδηγεί τη νύφη από το πατρικό σπίτι στο σπίτι ή στην πατρίδα τού γαμπρού αρχ. 1. αυτός που φέρνει τη νύφη 2. αυτός που διαπραγματεύεται τον γάμο κάποιου, προξενητής 3. παράνυμφος, κουμπάρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < νύμφη +… … Dictionary of Greek
νυμφαγωγός — leader of the bride masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Нимфагогос — • Νυμφαγωγός, см. Matrimonium, Брак, 1, 4 … Реальный словарь классических древностей
νυμφαγωγοί — νυμφαγωγός leader of the bride masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νυμφαγωγούς — νυμφαγωγός leader of the bride masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νυμφαγωγέ — νυμφαγωγός leader of the bride masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νυμφαγωγῷ — νυμφαγωγός leader of the bride masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νυμφαγωγόν — νυμφαγωγός leader of the bride masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
куриг — шафер , только русск. цслав. куригъ νυμφαγωγός. Скорее из греч. *κορηγός – то же, чем из κορικός девичий , от κόρη (вопреки Маценауэру (LF 9, 39), Бернекеру (1, 648)) … Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера
БРАК — • Matrimonium. I. У греков (γάμος). 1. Цель Б. у греков была иметь законное потомство и удовлетворить таким образом тройной обязанности: относительно богов, которым должны были быть оставлены слуги (Plat. legg. 6, p. 773, Ε),… … Реальный словарь классических древностей
невестоводец — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} сущ. (греч. νυμφαγωγός) дружка (шафер), обязанность… … Словарь церковнославянского языка